- προνάστες
- οι / Προνάσται, ΝΑονομασία προϊστορικού λαού που, σύμφωνα με την παράδοση, κατοικούσε στη Βοιωτία πριν από την άφιξη τού Κάδμου.[ΕΤΥΜΟΛ. < προ-* + νάστης «οικιστής» (< ναίω «κατοικώ»)].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.